Ηλίας Γάτος, M.D.
Χειρουργός, Γυναικολόγος – Μαιευτήρας
Επιστημονικός Διευθυντής Μονάδας Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής emBIO

Συχνές Ερωτήσεις

Οι γυναίκες που πρόκειται να κάνουν εξωσωματική γονιμοποίηση κυρίως φοβούνται τις παρενέργειες των φαρμάκων οι οποίες σχετίζονται με τη θεραπεία της εξωσωματικής και είναι βραχυπρόθεσμες, όπως η υπερδιέγερση της ωοθήκης καθώς και παρενέργειες που εμφανίζονται σε βάθος χρόνου όπως η καρκινογένεση. Στην πρώτη περίπτωση οτιδήποτε εμφανιστεί – αν και είναι εξαιρετικά σπάνιο – αντιμετωπίζεται τις περισσότερες φορές ως περιστατικό εξωτερικού ιατρείου. Στη δεύτερη περίπτωση δεν έχει αποδειχτεί από έρευνες ότι τα φάρμακα της εξωσωματικής προκαλούν καρκίνο. Τριάντα χρόνια εξωσωματικής δεν έχουν αποδείξει κάτι τέτοιο.

Η χρήση ξένου γενετικού υλικού σημαίνει τη χρησιμοποίηση σπέρματος από δότη ή ωαρίων από δότρια ή έτοιμου εμβρύου. Ξένο σπέρμα χρησιμοποιείται ελάχιστα μετά από την ανακάλυψη της μικρογονιμοποίησης και χρησιμοποιείται πλέον αποκλειστικά σε άνδρες οι οποίοι μετά από βιοψία έχουν ανυπαρξία σπέρματος. Η χρησιμοποποίηση ξένου γενετικού υλικού με τη μορφή ξένων εμβρύων ή ωαρίων απευθύνεται σε γυναίκες οι οποίες παρουσιάζουν αδυναμία παραγωγής ωαρίων (κλιμακτήριος, πρόωρη εμμηνόπαυση), σε γυναίκες οι οποίες δεν παράγουν καλής ποιότητας γενετικό υλικό ή σε γυναίκες οι οποίες κάτω από ορισμένες συνθήκες (συνήθως ιατρογενείς ή μετά από χειρουργεία) δεν έχουν αναπαραγωγική ικανότητα.

Είναι γνωστό ότι οι γυναίκες σε νεαρότερη ηλικία έχουν πολύ υψηλά ποσοστά επίτευξης εγκυμοσύνης από τις γυναίκες σε μεγαλύτερη ηλικία. Επίσης, γνωρίζουμε ότι οι γυναίκες μετά τα 45 έχουν πολύ μικρές πιθανότητες να μείνουν έγκυες και να γεννήσουν ένα υγιές παιδί. Κάτι αντίστοιχο δεν συμβαίνει στον άνδρα, γνωρίζουμε όμως ότι με την πάροδο της ηλικίας και στον άνδρα το σπέρμα γίνεται ασθενέστερο. Κάτι αντίστοιχο δεν συμβαίνει στον άνδρα, γνωρίζουμε όμως ότι με την πάροδο της ηλικίας και στον άνδρα το σπέρμα γίνεται ασθενέστερο. Συνεπώς η ηλικία αποτελεί καθοριστικό παράγοντα στο αποτέλεσμα της σύλληψης είτε αυτό είναι επίτευξη εγκυμοσύνης φυσιολογικά είτε μετά από εξωσωματική γονιμοποίηση.

Όλο και περισσότερες γυναίκες και ζευγάρια έχουν αποκτήσει φοβία στα φάρμακα της εξωσωματικής ή θεωρούν ότι δεν υπάρχει λόγος να γίνεται πολλαπλή παραγωγή γενετικού υλικού και ζητούν να γίνει γονιμοποίηση του ενός ωαρίου το οποίο παράγεται στο φυσικό κύκλο και το έμβρυο αυτό να εμφυτευτεί ώστε να έχουμε αυτήν τη μορφή της εξωσωματικής. Είναι κάτι το οποίο έχει αποτέλεσμα, δεν είναι ιδιαίτερα δαπανηρό, δεν εφαρμόζεται όμως σε όλες τις περιπτώσεις. Ο φυσικός κύκλος αρμόζει σε νέα ζευγάρια όπου το πρόβλημα οφείλεται σε ανδρικό παράγοντα, δηλαδή δεν μπορεί να γίνει γονιμοποίηση του ωαρίου από το συγκεκριμένο σπέρμα και χρειάζεται μικρογονιμοποίηση ή σε ζευγάρια στα οποία οι γυναίκες είναι προχωρημένης ηλικίας και έχουν αναπτύξει κάποια αντίσταση στα φάρμακα, με συνέπεια είτε πάρουν είτε δεν πάρουν φάρμακα το τελικό αποτέλεσμα να παραμένει το ίδιο.

Το ερώτημα πότε ένα ζευγάρι πρέπει να σταματά τις προσπάθειες για εξωσωματική γονιμοποίηση είναι ένα από τα πρώτα ερωτήματα που τίθενται στο γιατρό και η απάντηση πολλές φορές είναι αρκετά δύσκολη. Γνωρίζουμε ότι εάν ένα ζευγάρι έχει προσπαθήσει τέσσερις φορές σε μια καλή μονάδα εξωσωματικής και υπάρχει ανταπόκριση στη θεραπεία, σε ποσοστό 80% θα πρέπει να έχει επιτευχθεί κύηση. Σε περίπτωση που αυτό δεν συμβαίνει τότε πρέπει να εξετάσουμε εάν η εξωσωματική γονιμοποίηση είναι η κατάλληλη θεραπεία ή εάν συμβαίνει κάτι άλλο. Πάντως ένα ζευγάρι πρέπει να συνεχίσει όταν τα αποτελέσματα των προσπαθειών είναι ενθαρρυντικά, δηλαδή όταν η φαρμακευτική αγωγή αποδίδει, όταν έχουμε καλής ποιότητας γενετικό υλικό, όταν έχει γίνει έλεγχος όλων των άλλων παραμέτρων και όταν η ποιότητα του ενδομητρίου είναι καλή. Όταν κάτι από όλα αυτά δεν συμβαίνει τότε θα πρέπει να δοθούν άλλες λύσεις, όπως η χρήση ξένου γενετικού υλικού ή ακόμη και η χρήση δανεικής μήτρας.

Τα ποσοστά επιτυχίας της εξωσωματικής γονιμοποίησης διαφέρουν από κέντρο σε κέντρο, από χώρα σε χώρα και ανάλογα με πρόβλημα κάθε ζευγαριού. Γενικώς σήμερα θεωρούμε ότι το ποσοστό επιτυχίας κατά την εξωσωματική γονιμοποίηση «ανά εμβρυομεταφορά του θετικού της εγκυμοσύνης» είναι περίπου 40%, υπάρχουν όμως και περιπτώσεις που το ποσοστό αυτό μπορεί να είναι και 50% και 60%. Αυτό το ποσοστό εμφανίζεται σε γυναίκες νεαρής ηλικίας που κάνουν εξωσωματική και το πρόβλημα είναι στο σπέρμα, άρα η λύση είναι μόνο η μικρογονιμοποίηση ή σε γυναίκες που έχουν μπει σε προγράμματα ωοδωρήσεων όπου το γενετικό υλικό προέρχεται από γυναίκες νεαρής ηλικίας.

Είναι γνωστό ότι η μοναδική διαφορά μετά από εξωσωματική γονιμοποίηση είναι ότι υπάρχει μεγαλύτερο ποσοστό σε πολύδυμες εγκυμοσύνες Επειδή μέχρι σήμερα μεταφέρουμε περισσότερα από ένα έμβρυα, το ποσοστό διδύμων στην εξωσωματική γονιμοποίηση το οποίο αγγίζει το 30% είναι περισσότερο από το αντίστοιχο ποσοστό που προέρχεται από φυσική σύλληψη και είναι της τάξης του 5%. Η παρακολούθηση της εγκυμοσύνης μετά από εξωσωματική γονιμοποίηση είναι ακριβώς η ίδια με οποιαδήποτε εγκυμοσύνη μετά από φυσική σύλληψη. Αυτό που συνήθως κάνει τη διαφορά είναι ότι συνήθως έχουμε να κάνουμε με ηλικίες που είναι μεγαλύτερες από αυτές που συμβαίνουν στη φυσική σύλληψη.

Τα παιδιά που προέρχονται από εξωσωματική γονιμοποίηση δεν παρουσιάζουν προβλήματα υγείας διαφορετικά από τα παιδιά που προέρχονται από φυσιολογική σύλληψη, εκτός από εκείνα που προέρχονται από πολύδυμες εγκυμοσύνες και ίσως έχουν γεννηθεί πρόωρα και παρουσιάζουν τα προβλήματα της προωρότητας. Σήμερα βρίσκονται σε εξέλιξη αρκετές μελέτες σχετικά με την πιθανότητα τα παιδιά που προέρχονται από εξωσωματική γονιμοποίηση να εμφανίζουν τα προβλήματα των γονέων τους όπως ασπερμία, ολιγοσπερμία κ.ά.

Η εξωσωματική γονιμοποίηση είναι μια διαδικασία η οποία επηρεάζει ψυχολογικά τα ζευγάρια. Υπάρχουν αποφάσεις που πρέπει να ληφθούν. όπως για παράδειγμα εάν πρέπει να χρησιμοποιηθεί ξένο γενετικό υλικό σε περιπτώσεις που είναι αναγκαίο. Προσωπική μου άποψη είναι ότι η ψυχολογική υποστήριξη σε ζευγάρια που το χρειάζονται είναι ευεργετική.

  • η προεμφυτευτική διάγνωση (PGD, PGS; στην ουσία πρόκειται για την προσπάθεια μεταφοράς υγιών εμβρύων μετά από έλεγχο σε γνωστά κληρονομικά νοσήματα.
  • Vitrification, δηλαδή η νέα μορφή κρυοσυντήρησης του γενετικού υλικού που εξασφαλίζει πολύ καλλίτερες συνθήκες και πολύ καλλίτερα ποσοστά εγκυμοσύνης μετά από απόξεση, γιατί στην ουσία τα κύτταρα δεν αλλοιώνονται όπως συνέβαινε με τη προηγούμενη μέθοδο κατάψυξης.
  • In Vitro Maturation (IVM), ίσως να αποτελεί και το μέλλον της εξωσωματικής γονιμοποίησης. Εφαρμόζεται σε γυναίκες που είχαν υπερδιέγερση της ωοθήκης, κάτι που θέλουμε να αποφύγουμε, σε γυναίκες οι οποίες δεν μπορούν να πάρουν φάρμακα για να προκαλέσουν πολλαπλή ωοθυλακυωορυξία και σε γυναίκες που έχουν υποβληθεί ή πρόκειται να υποβληθούν σε θεραπείες καρκίνου και τα φάρμακα της εξωσωματικής θα είχαν κακό αποτέλεσμα. Πρόκειται για την ωοληψία ανώριμων μορφών ωαρίων τα οποία θα αναπτυχθούν και θα ωριμάσουν στον κλίβανο και μετά θα ακολουθήσει εμβρυμεταφορά, όπως και στην κλασσική εξωσωματική, χωρίς τη χρήση φαρμάκων πρόκλησης ωορηξίας.
  • Υποβοηθούμενη εκκόλαψη; (Assisted Hatching) στην ουσία δεν είναι τίποτε άλλο από υποβοήθηση κατά την οποία γίνονται μικρές χειρουργικές ενέργειες στο έμβρυο ώστε να υπάρχουν καλλίτερες δυνατότητες εμφύτευσης.

Τα πιο παλιά χρόνια εάν κάποιος δεν είχε καλό σπέρμα η λύση ήταν μετά από κάποιο χρονικό διάστημα η χρησιμοποίηση σπέρματος από δότη Σήμερα αυτό δεν ισχύει, γιατί στο 99% των περιπτώσεων όπου το σπέρμα δεν είναι καλό έχουμε τη λύση της μικρογονιμοποίησης, η οποία αποτέλεσε επανάσταση στην εξωσωματική γονιμοποίηση. Σε περίπτωση που το σπέρμα είναι ανύπαρκτο τότε και πάλι μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε σπέρμα με μικρογονιμοποίηση το οποίο θα έχει βρεθεί μετά από βιοψία στον όρχι ή μετά από παρακέντηση στην επιδιδυμίδα.

The solution depends on the problem. If the problem lies in the fallopian tubes, such as blocked fallopian tubes or hydrosalpinges or any other problem, IVF is the answer. If the problem lies in the sperm, and the count or mobility is too low, microfertilisation is the answer. In cases of infertility of unknown causes, other parameters should be tested, but in a number of cases IVF is still the answer since probably the egg is not fertilised by this particular sperm.

Η προεμφυτευτική διάγνωση είναι ο έλεγχος πριν από την εμφύτευση, δηλαδή ο έλεγχος ο οποίος μπορεί αν γίνει σε ένα έμβρυο πριν εμφυτευτεί στη μήτρα. Απευθύνεται σε ζευγάρια τα οποία έχουν κάποια κληρονομούμενη νόσο, οπότε διασφαλίζεται κατά την εμβρυομεταφορά να μη μεταφερθεί το συγκεκριμένο νόσημα.

Η κατάψυξη γενετικού υλικού είναι πλέον εφικτή. Γνωρίζουμε ότι σε μια προσπάθεια εξωσωματικής παράγονται περισσότερα του ενός ωαρίου και μεταφέρονται κάποια έμβρυα. Στην περίπτωση αυτή έχουμε τη δυνατότητα μεγαλύτερης παραγωγής οπότε υπάρχουν περισσεύματα. Τα περισσεύματα αυτά μπορούν να καταψυχθούν και να χρησιμοποιηθούν σε δεύτερο χρόνο χωρίς το ζευγάρι να χρειάζεται να υποβληθεί σε νέα θεραπεία. Επίσης, μπορούν να χρησιμοποιηθούν στις περιπτώσεις εκείνες που δεν μπορεί να γίνει εμβρυομεταφορά, όπως για παράδειγμα εάν συμβεί κάποια επιπλοκή κατά τη διάρκεια της εξωσωματικής όπως ενδοκοιλιακή αιμορραγία ή κυρίως υπερδιέγερση της ωοθήκης.

Το emBIO ιδρύθηκε το 1997 και είναι το αποτέλεσμα της προσπάθειας ανθρώπων οι οποίοι με βαθιά γνώση και μεράκι στο αντικείμενο προσπαθήσαν και κατάφεραν να δημιουργήσουν στον χώρο της Ελλάδας ότι πιο σύγχρονο υπάρχει στον τομέα της εξωσωματικής γονιμοποίησης Το emBIO διαθέτει εξοπλισμό τελευταίας τεχνολογίας, σύγχρονα χειρουργεία, εργαστήριο μικρογονιμοποίησης υψηλών προδιαγραφών και άρτια εξειδικευμένο προσωπικό. Παράλληλα δίνουμε ιδιαίτερη σημασία στο ανθρώπινο πρόσωπο. Όσοι μας εμπιστεύονται βρίσκουν τη ζεστασιά και τη συμπαράσταση που χρειάζονται ώστε σε συνδυασμό με την άριστη επιστημονική εξειδίκευση και την προσωπική παρακολούθηση και προσπάθεια να προκύπτει το καλλίτερο δυνατό αποτέλεσμα τόσο από πλευράς υπογονιμότητας όσο από πλευράς ανθρώπινης διάστασης.

small_c_popup.png

Let's have a chat

Learn more about IVF.

small_c_popup.png

Ρωτήστε μας...

Μάθετε για την Εξωσωματική